Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2007

Άνθρωποι απαίδευτοι και αντιπνευματικοί ορίζουν τις τύχες της αττικής γης

Σε μια ομιλία του γεμάτη πόνο για την καταστροφή που είχε ήδη συντελεστεί σε βάρος της «απαράμιλλης γης», αλλά και προφητική για το μέλλον του που είχε πια προδιαγραφεί, ο Δημήτρης Πικιώνης πριν από μισό αιώνα προειδοποιεί και σημαίνει συναγερμό σε ώτα μη ακουόντων.

(Οι άνθρωποι δεν σκέφτονται τις μελλοντικές γενιές κι αυτές με την σειρά τους δεν κοιτούν πίσω )
Όταν η Ελλάδα υστέρα’ από σκληρότατους αγώνες της λευτερώθηκε από ένα επάρατο ζυγό, ήταν φυσικό να βρεθεί αποστερημένη από τις στοιχειώδεις εκείνες γνώσεις και έξεις, που ‘ναι ίδιες ενός φτασμένου πολιτισμού... Εδώ ο λόγος για τις καταστροφές που κάνει ο άνθρωπος στο φυσικό τοπίο. Ίσως φταίνε γι’ αυτό και οι αρχιτέκτονες, ντόπιοι και ξένοι, που ζούσαν τότες στην Αθήνα.
Κι όμως ακριβώς λίγο πριν την απελευθέρωση έγινε αυτό που θα σας διηγηθώ: Όταν ο Ανδρούτσος πολιορκούσε τους Τούρκους που κράταγαν την Ακρόπολη, εξαίφνης ακούστηκαν κρότοι μαρμάρων που θραύονται. Τους είχε λείψει το μολύβι κι έσπαγαν τα μάρμαρα για να εξοικονομήσουν από τους γόμφους των ενώσεων. Τους στέλνει ο Ανδρούτσος τέσσερα παλικάρια για να μάθουν ποιος ο λόγος που οι Τούρκοι τα ‘σπαζαν τα μάρμαρα. Κι όταν γύρισαν κι ανάφεραν στον αρχηγό τους την αιτία, ετούτος έστειλε στους Τούρκους μερικά τσουβάλια από βόλια. (Φυσικά, στην πράξη αυτή θα τον παρόρμησε ο γραμματικός του, ο πρώτο Έλληνας αρχαιολόγος που ξέρουμε, ο αείμνηστος Πιττάκης).
Όταν επιτέλους άρχισε να κτίζεται η νέα Πρωτεύουσα, καμία πρόνοια δεν πήραν οι αρχιτέκτονες του καιρού εκείνου, δεν λέω μόνο για να την απομακρύνουν όσο γινόταν μακρύτερα από την Ακρόπολη και τον αρχαιολογικό χώρο του αρχαίου άστεως. Αλλ’ ακόμη και τώρα –που τόσο συζητιέται το ζήτημα της αρχαιότερης συνοικίας των Αθηνών, της Πλάκας– ένας διακεκριμένος αρχαιολόγος, ο κ. Ανδρέας Παπαγιαννόπουλος, μου ‘λεγε πως ο ακριβής χάρτης της αρχαίας Αθήνας δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί.
Όσο να ‘ναι, σύγχρονα με την ανίδρυση της νέας Πρωτεύουσας άρχισε και η λατομία των λόφων, εκείνης της θαυμαστής σύνταξης των λόφων που, αρχίζοντας από τα Τουρκοβούνια και περιλαμβάνοντας το Λυκαβηττό, την Ακρόπολη και τους λόφους των Μουσών, της Πνυκός και των Νυμφών, καταλήγανε ως το λόφο της Σικελίας, αποσβήνοντας ως το φαληρικό αλίπεδο.
Από τους πρώτους λόφους της ίδρυσης της Νέας Αθήνας που ελατομήθη [είναι]1 ο περίοπτος [Λυκαβηττός] και κατεστράφη το χαρακτηριστικότατο περίγραμμά του. Ήταν του λόφου το περίγραμμα (μαρτυρία Γάλλου περιηγητού) όμοιο με τους έλικες ενός δράκοντα που πορευόταν προς την Ακρόπολη, προς της θεάς του το αναφαίρετο βάθρο, Εκείνης το αναπόσπαστο σύμβολο. Και δεν απέμεινε έκτοτε από το ελικοειδές σχήμα ειμή του κυρίου όγκου το θαυμαστό σχήμα κι εκείνα τα πυραμιδοειδή, τόπων του βορρά ίδια, ξένα προς της Αττικής το πνεύμα.
Και την ίδια εποχή είναι που ελατομήθη ο αρχαιότατος λόφος των Μουσών και του Φιλοπάππου [μ’ άλλους λόγους, οι πλέον περίοπτοι λόφοι. Για να τελειώνω με τις καταστροφές των λόφων γύρω από την Ακρόπολη, πρέπει να πω ότι η πιο μεγάλη είναι η μακρύτατη και βαθύτατη λατόμηση των δυτικών υπωρειών του λόφου των Νυμφών].
Το όλον τοπίον το αθηναϊκόν ήλλαξεν όψιν. Από λοφώδες και ευκίνητον, ημβλύνθη, ισοπεδώθη από τον οδοστρωτήρα των καιρών...
Οι Πρόγονοι εκείνοι είχαν βαθιά συνείδηση του τι απαράμιλλη γη ήταν τούτη, εκείνοι είχαν κάνει το χρέος των απέναντί της. Αυτό που λέγει ο Ταγκόρ για την Ιντία, ότι δηλαδή «επλήρωσεν ευλαβείας και έρωτος την μητέρα φύσιν», αρμόζουν πλέρια για τους αρχαιότατους κατοίκους της δικιάς μας γης.
Κι όταν ο Ευριπίδης υμνεί:
Ερεχθεΐδαι το παλαιόν όλβιοι
και θεών παίδες μακάρων, ιεράς
χώρας απορθήτου τ’ άπο, φερβόμενοι
κλεινοτάταν σοφίαν, αιεί διά λαμπροτάτου
βαίνοντες αβρώς αιθέρος, ένθα ποθ’ αγνάς
εννέα Πιερίδας Μούσας λέγουσι
ξανθάν Αρμονίαν φυτεύσαι.
Τα λόγια του δείχνουν καθαρά πως η σοφία τους είναι η σοφία αυτής της ίδιας γης που κατοικούσαν. Απέραντη είν’ η αγάπη τους για τα δυο ποτάμια της γης τους, τα δυο «αγιάσματά της», όπως τα ονόμαζαν, τον Ιλισό και τον Κηφισό.
Τότες ήτανε τόποι άβατοι που κανένας δεν μπορούσε να παραβιάσει ούτε τ’ όνομά τους να το προφέρει. Εκεί ήτανε ιερά και άβατα κατώφλια ντυμένα με χαλκό που ανήκαν σε φοβερές χθόνιες θεές...
ΤΟΠΙΟ
Μ’ αυτά τα ιερά της ευσέβειας ενός πανάρχαιου λαού είναι για πάντα χαμένα, γιατί σε κανέναν καταστατικό χάρτη των Αθηνών δεν είναι καταγραμμένα, όχι μόνο για να ξέρουμε που βρίσκονται, μα για να μπορεί να γίνει η αρμόδια με τα σύγχρονα ιεραρχική σύνδεση*... Κι αυτό γιατί; Γιατί στην ιεραρχία των δημοσίων υπηρεσιών φαίνεται πως περάσανε άτομα ανιστόρητα, άνθρωποι απαίδευτοι και αντιπνευματικοί. Ως εδώ και λίγα χρόνια, η κοίτη του Ιλισού σωζότανε πολύ πέρα από το τωρινό Βυζαντινό Μουσείο. Αλλ’ η απόφαση να ρίξουν μέσα εκεί τις υπονόμους των εσήμανε την τελική καταδίκη της επιβαλλόμενης λύσης. Ο εγκιβωτισμός δεν είναι λύση, σημαίνει την παραίτηση από κάθε λύση... [Μήπως πράξαμε το καθήκον μας απέναντι στην Ελευσίνα, το ιερό της Ψυχής, που το πνίξαμε ανάμεσα σ’ ένα εργοστάσιο τσιμέντων, ένα σιδηροδρομικό σταθμό και ένα φρικτό λατομείο; Αυτή η πράξη των πραγμάτων θα φταίει και για του ευγενέστερου βουνού της Αττικής, της Πεντέλης εντός βραχυτάτου χρόνου, την σε «γη και σποδό» μεταβολή.]
[Τα μέρη του κειμένου που παρατίθενται σε αγκύλες προέρχονται από την παραβολή της αγγλικής ομιλίας με το ελληνικό πρωτότυπο χειρόγραφο.]
*Και για να εναρμονίσουμε τις σύγχρονες κατασκευές μ’ αυτά ή για να προφυλάξουμε το αρχαίο και ιερό από την [ύβρη].
(Aπό το βιβλίο «Δ. Πικιώνη: Κείμενα», Έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2000)

Δεν υπάρχουν σχόλια: